Η λέξη καθαρμός, εμφανίζεται για πρώτη φορά ως τίτλος συγγράμματος του Εμπεδοκλή, και μάλιστα στον πληθυντικό αριθμό. Το διδακτικό αυτό ποίημα, κεντρικό θέμα του οποίου είναι η ανθρώπινη ψυχή, συνάπτεται με την πυθαγορική διδασκαλία σχετικά με τη μετενσάρκωση της ψυχής σε συνεχώς νέες μορφές, με τη σύνδεση ενοχής και τιμωρίας, με τις μακρές περιόδους κάθαρσης και εξαγνισμού και με τις βαθμίδες εξέλιξης προς κάτι ανώτερο.
Καθαρμός λοιπόν, επιβάλλεται πριν από τις σπονδές, τις θυσίες, την προσευχή, τη μύηση, την προσωπική αφιέρωση, τη χρησμοδότηση, τόσο σε αυτόν που δίνει χρησμό όσο και σε αυτόν που τον δέχεται. Επιβάλλεται δηλαδή πριν από την επαφή με το ιερό, όπως λ.χ. ο Ευχίδας που, πριν να φέρει τη νέα φωτιά από τον βωμό των Δελφών στις Πλαταιές, καθαρίστηκε στο σώμα, ραντίστηκε με αγιασμό και φόρεσε δάφνινο στεφάνι (Πλoύτ. Αριστ. 20, 4). Επιβάλλεται ακόμη μετά από λοιμό, φόνο (Απόλλων, Ορέστης, Οιδίπους, Δαναΐδες, Ηρακλής), που ήταν και η πιο δύσκολη περίπτωση, παραφροσύνη (Μελάμπους - Προιτίδες), σεξουαλική επαφή. Τέλος, επιβάλλεται πριν από τον γάμο και στον θάνατο.
Τα μέσα καθαρμού ήταν το νερό, το θυμίαμα, η φωτιά, το αίμα, το χώμα (σε ορισμένα μυστήρια ο μυούμενος αλειφόταν με ένα μείγμα πηλού και πίτουρων), το κάνιστρο των δημητριακών με την παλινδρομική κίνηση πάνω από το κεφάλι του μυουμένου και τον αέρα που ξεσηκώνει, η σκίλλα, δηλαδή το κρεμμύδι που ξεφλουδίζεται, μέχρι που δεν μένει τίποτε, η εκδίωξη (του πιο άσχημου ή φτωχού, του ξένου, του βασιλιά, της πιο εκλεκτής παρθένου), ή η ρίψη στη θάλασσα.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων ο καθαρμός με το νερό, κυρίως πόσιμο, σπανιότερα θαλασσινό, προηγείται κάθε άλλου μέσου, όταν δεν αποτελεί το μόνο μέσο ή αυτοδύναμη σκηνή μέσα σε ένα ευρύτερο τελετουργικό. Θα παρακολουθήσουμε ξεχωριστά διάφορες περιπτώσεις.